Μετά από έναν καλό ύπνο, καιρός ήταν να δούμε κι την πόλη λίγο. Για να μπει κάποιος στην παλιά πόλη, θα πρέπει να περάσει μια από τις πολλές πύλες της. Για μένα, μακράν η ποιό όμορφη, είναι αυτή της
Aušros Vartai (Αουσρος Βαρτάι) ή Gate of Dawn. Σε εκείνη την πύλη υπάρχει, υπάρχει μια μικρή εκκλησιά, στην οποία
υπάρχει η θαυματουργή εικόνα της Παναγιάς Παρθένου της Gate of Dawn (κάτι σαν την δικιά μας Παναγία της Τήνου). Από εκεί με τα ποδιά περπατάμε την
Aušros Vartų gatvė, ανάμεσα σε μπόλικες καθολικές εκκλησιές κι καθολικές εκκλησιές που μετατράπηκαν σε ορθόδοξες λόγο του Τσάρου. Μετά από λίγο φτάνω στην
κεντρική πλατεία του Βίλνιους (το κεράτο μου δε θα την συνηθίσω ποτέ την ονομασία αυτή), στο οποίο βρίσκεται το δημαρχείο (στο οποίο υπάρχει κι το info tourist) διάφορα εστιατόρια κι από πάλι
χάνοντας στα
σοκάκια, κατέληξα στην πλατεία του Καθεδρικού Ναού της Λιθουανίας . Στο μέρος αυτό είχε χτισθεί το ο πρώτος παγανιστική εκκλησία, η οποία καταστράφηκε από τον πρώτο Βασιλιά της Λιθουανίας τον Mindaugas, ο οποίος έγινε Χριστιανός, κι σε εκείνη την περιοχή έφτιαξε τον πρώτο χριστιανικό ναό. Μετά τον θανατό του, οι Λιθουανοί γκρέμισαν τον ναό, κι ξαναφτιάξαν πάλι έναν νέο παγανιστικό ναό. Το 1387 όταν η Λιθουανία ασπάστηκε οριστικά τον Χριστιανισμό, άρχισε το χτίσιμο του νέου ναού σε γοτθικό στυλ άλλα κατερυσε το 1419. Για να μη τα πολυλογώ ο κάθε Βασιλιάς είχε άλλα γούστα, κι κατέστρεφε το ναό η το ανακαίνιζε σε διαφορετικά στυλ πάντα. η κατασκευή της εκκλησίας τελείωσε οριστικά το 1792 με την τοποθέτηση των 3 αγαλμάτων στην κορύθη της εκκλησίας (το άγαλμα της Αγίας Ελένης στην μέση, τον άγιο Κασίμιρ στα ανατολικά κι στα δυτικά τον Άγιο Στανίσλαβ).
Επίσης στην πλατεία, βρίσκεται το άγαλμα του μεγάλου δούκα
Gediminas, ο οποίος μεγάλωσε την αυτοκρατορία της Λιθουανίας, κι δε αποδέχτηκε τον χριστιανισμό από τον Πάπα της Ρώμης.
Μετά το προσκύνημα κι την αγορά παγωτού, παίρνουμε τον δρόμο Gedimino Prospektasκι στρίβουμε δεξία στην Vilniaus Gatve για να φτάσουμε στην
Πράσινη Γέφυρα (Zaliasis Tiltas). Η γέφυρα αυτή χτισμένη την εποχή της ΕΣΣΔ λεγόταν η γέφυρα του Κόκκινου Στρατού. Όχι ότι ήταν κόκκινη, αλλά γιατί κοσμούσε διάφορα
αγάλματα του Σοβιετικού Στρατού τα οποία ακόμα κοσμούν την γέφυρα.
Περπατώντας δίπλα στο ποτάμι
Neris, για να φτάσουμε στην δεύτερη γέφυρα την Mindaugas, κι μετά να πάμε στο
παλάτι του Vilnius.
Για να ανέβεις στο παλάτι θα πρέπει να αγοράσεις εισιτήριο για το
τελεφερίκ (το οποίο σου δίνει κι την δυνατότητα να δεις την πινακοθήκη νομίζω) η να ανέβεις με τα ποδαράκια σου μέχρι εκεί
πάνω. Πιστεύω πως μια βόλτα μέχρι εκεί, αξίζει για την υπέροχη
θέα προς την
πόλη, αλλά κι για το
ηλιοβασίλεμα.
Μετά από αρκετές ώρες περπάτημα, άρχισε κάποιος να γκρινιάζει. Όχι δε ήταν τα πόδια μου, αλλά το στομάχι. Με τα πόδια κατέβηκα από την κορυφή κι έφτασα μέχρι την πλατεία του δημαρχείου (
Rotušės aikšte), όπου βρήκα ένα χαριτωμένο εστιατόριο κι κυρίως Λιθουανικό το
Amatininkų užeiga . Στην είσοδο μια Λιθουανέζα (αχ αχ αχ) με πήγε στο τραπέζι άναψε το κερί κι μου έδωσε το μενού με τα φαγητά. Παράγγειλα μια
Λιθουανική Σαλάτα, Žemaičių blynai (τηγανίτα από πατάτες με γέμιση κιμά), κλασικά μπύρα κι ΔΩΡΕΑΝ ΨΩΜΙ (όχι όπως μερικοί μερικοί). Το φαγητό ήταν απλά υπέροχο (το μαύρο ψωμί ακόμα καλύτερο, μιας κι οι βαλτικές χώρες θυμήζονται για το μαύρο ψωμί) κι δώρο παγωτό στο τέλος. Η τιμή? Μη πάθετε καρδία όμως. 8 ευρώ! Αμέ! Κι φάγαμε καλά κι χορταστικά, κι καληνύχτα στα ελληνικά μου είπαν κι πείρα το δρόμο για το ξενοδοχείο. Μια στάση πριν το ξενοδοχείο για αγορά μερικών μπυρών κι γλυκού για δοκιμή πριν το ύπνο.